Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2019

Ηρώοι του Λαού που γίνηκαν Θρύλοι


Ως γνωστόν (προτιμώ να αρχίσω αισιόδοξα) οι θρύλοι στερούνται πατρότητος. Εις την καλυτέραν των περιπτώσεων, ως υπογραμμίζει ο Παραντάνωφ, ημπορούμε να υπολογίσωμεν, κατά προσέγγισιν, τον γεωγραφικόν χώρον όπου αυτοί έλαβον μορφήν και υπόστασιν, αλλά βεβαίως ούτε λόγος να αποδώσωμεν εύσημα ή μομφήν δια την δημουργίαν των εις έν συγκεκριμένον πρόσωπον. Συνήθως, όπως με σιγουριά μας διαβεβαιώνει ο Φράουζερ, ο θρύλος είναι προϊόν της ανάγκης των απλών ανθρώπων να ηρωοποιήσουν, συχνάκις δε να εκτινάξουν εις ύψη μυθοπλαστικής εχεγγυότητος πρόσωπα υπαρκτά, άτινα διέπρεψαν κατά το μάλλον ή ήττον εις την εποχήν των και διεκδικούν την θέσιν των εις την Φήμην, που όπως μας λέει ο Χάρφηλντ, ευρίσκεται τοποθετημένη υψηλότερα της Ιστορίας εις την συνείδησιν του όχλου.

Με άλλα λόγια, όπως θα έλεγε και ο αείμνηστος καθηγητής Γλωσσολογίας (εφηρμοσμένης) Κωνσταντίνος Κεντίδης, φευ δεν υπήρξεν Όμηρος για να προσδώση το κύρος του στις ιστορίες που θα μας απασχολήσουν εις το παρόν πόνημα. Δεν υπήρξεν καν ένας Firdowsi –εάν όντως ήτο εκείνος ο συγγραφεύς του περιφήμου «Shah Nameh», του ημιφανταστικού χρονικού των Βασιλέων της Περσίας– που να δημιουργήση ένα πλέγμα λίγο-πολύ πιστευτό γύρω από καταστάσεις και γεγονότα που συχνάκις άπτονται του μυθώδους.

Εις το είδος αυτό της Λαογραφίας έχομεν απλώς σκόρπιες διηγήσεις, συχνάκις διασωθείσας μέσω του προφορικού λόγου, κάποτε και δια του γραπτού τοιούτου υπό μορφήν ευτελών λαϊκών φυλλαδίων, όπου αδιαλείπτως παρατηρείται σύγχυσις ιστορικών εποχών και γεγονότων με αποτέλεσμα καταφόρους αναχρονισμούς, οι οποίοι βεβαίως υπήρξαν ανέκαθεν εν των κυριοτέρων χαρακτηριστικών των λαϊκών αυτών παραδόσεων.

Κατά συνέπειαν υπήρξε εξαιρετικώς επίπονος υπόθεσις διʼ ημάς να συλλέξωμεν, να αξιολογήσωμεν, να τεκμηριώσωμεν επιστημονικώς και να αποδώσωμεν λογοτεχνικώς, με μίαν όσον το δυνατόν ομοιόμορφον τεχνικήν γραφής (εννοείται εις την λογίαν γλώσσαν του συγχρόνου Ελληνικού Κράτους) –η οποία ωστόσο να μην αφαιρεί την μαγείαν της αφελούς και κάποτε ξυλοσχιστικής λαϊκής διηγήσεως– τας ιστορίας αυτάς, εγχείρημα που ίσως απέβαινεν θνησιγενές άνευ της πολυτίμου συνδρομής και αρωγής των διακεκριμένων καθηγητών κ. κ. Κατσάμπα, Περιβολάρη, Πατάρη και Κελαρίδη, των αόκων ερευνητών της Παραδόσεως Παρτσακλή, Πέλοπα και Γόγκα καθώς και του δημοδιδασκάλου και ερασιτέχνου λαογράφου, αξίου τέκνου της Πατητής Τζουμέρκων, Πλάτωνος Περικλείτου.

Και τώρα, για να δανειστώ την προσφιλήν ρήσιν του Πετιμπόνωφ: Ας αφήσωμεν την μνημοσύνην να ομιλήση.


Πέμπτη 11 Ιουλίου 2019

Περίπουλο Συνόρων



Την Κοντινίτσα, πριν από την απόσπαση, δεν την είχα ακούσει ούτε σαν ανέκδοτο. Δεν ήξερα καν ότι υπήρχε τέτοιος τόπος στις εσχατιές της Ελλάδας των Ελλήνων Χριστιανών, του πουλιού, των δεκάρικων λόγων και του μυστριού. Αλλά ακόμα κι αν, για κάποιο μυστηριώδη λόγο, είχα ακούσει γιʼ αυτήν και πάλι η φαντασία μου θʼ αδυνατούσε να σχηματίσει την εικόνα που έβλεπα να ξεδιπλώνεται μπροστά μου.

Γύρω-γύρω βουνά κακοτράχαλα. Από τρεις μεριές «δικά μας» και στα βορειοδυτικά του «εχθρού». Στη μέση αυτής της ποντικοπαγίδας ένα κωλοχώρι απερίγραπτο, που για λόγους ανεξιχνίαστους είχε προβιβαστεί επισήμως σε κωμόπολη! Η πλατεία, ο κεντρικός δρόμος, μισός άσφαλτος μισός χώμα λασπιασμένο, κάτι τσουρούτικα μαγαζιά... τα βασικά... είδη μπακαλικής, εδώδιμα-αποικιακά, ψιλικά, μανάβικα, η εκκλησία –χτισμένη σε στυλ απίστευτο κιτσαριού, από δωρεές άξιων τέκνων της πολίχνης που είχαν προκόψει στο Αμέρικα πλένοντας πιάτα– και τα σπίτια των ιθαγενών, που συναγωνίζονταν σε κιτσαριό την εκκλησία, σπαρμένα ολοτρόγυρα. Αυτό ήταν όλο. Α, και δυο καφενεία. Όαση στην έρημο!


email συγγραφέα: panflynn@otenet.gr

Τρίτη 25 Ιουνίου 2019

Οι Θρύλοι δεν Ξεχνιούνται



Έπρεπε κι από εδώ να δραπετεύσω. Ο τόπος ήταν γεμάτος φαντάσματα και ψίθυρους και βλέμματα από το άλλοτε και στίχους της Υπέρβασης, διαβασμένους στο φως του κεριού, κοντά στη φωτιά.
Έπρεπε να φύγω, δεν θα άντεχα.
Να πάω όμως πού;
Υπήρχε μόνο ένας τόπος όπου θα μπορούσα ίσως ακόμα να καταφύγω κι όπου –ίσως– να με δέχονταν χωρίς να με ρωτήσουν το πώς και το γιατί.
Κι αν με ρωτούσαν... «Έκανα λάθος» θα τους έλεγα. Και θα το κρατούσαν έτσι, χωρίς άλλες εξηγήσεις.
Τον τόπο αυτό τον γνώριζα καλά.
Εκεί το φως της ημέρας χρύσιζε και ήταν πάντα καλοκαίρι ή άνοιξη. Ακόμα κι όταν έκανε κρύο κι όταν έβρεχε κι όταν χιόνιζε.
Δεν είχα αποσκευές να πακετάρω, μόνο κάτι άγραφα χαρτιά, μολύβια κι ένα στυλό μελάνης.
Έφυγα λοιπόν –για να γλυτώσω.
Στη χώρα των Θρύλων της Γειτονιάς...
...που δεν ξεχνιούνται.


-------------------------
Το πέμπτο βιβλίο της σειράς "Οι Θρύλοι της Γειτονιάς".


UPDATED 16 Νοεμβρίου 2019: ως προς τις διορθώσεις του κειμένου, το σχήμα και την εικονογράφηση.