Να σας
θυμίσω λίγο . . .
Ήταν
η εποχή που το φως του ήλιου χρύσιζε και
το φθινόπωρο ο ουρανός γέμιζε από σμήνη
πουλιών –αγριόχηνες κυρίως– που έφευγαν
για το μεγάλο ταξίδι στις χώρες τις
ζεστές του Νότου.
.....................................................................................................................................................
Τα παιδιά ήταν αμολητά, αλλά υπό το άγρυπνο βλέμμα των μανάδων, οι οποίες με την πρόφαση να έχουν το νου τους «στα διαόλια» επωφελούνταν για ανταλλαγή πληροφοριών και απόψεων μεταξύ τους. Εννοείται πως τα παιδιά δεν είχαν κανένα απολύτως δικαίωμα και ο κύριος τρόπος διαπαιδαγώγησης και σωφρονισμού, τόσο στην οικογένεια όσο και στο σχολείο, ήταν το πάνω χέρι, κάτω χέρι. Μας άφηναν όμως να παίζουμε κι αυτό ήταν πολύ μεγάλη υπόθεση.
Τα παιχνίδια μας τα
φτιάχναμε μόνοι μας. Σπάνια βλέπαμε
«αγοραστά». Όταν είχαμε κάποιο πρόβλημα
το λύναμε μόνοι μας –αν λυνόταν. Γιατί
γνωρίζαμε πολύ καλά πως αν ζητούσαμε
την αρωγή των γονιών μας θα βρίσκαμε
τον μπελά μας –ανελλιπώς.
Όλοι μας ονειρευόμασταν
να γίνουμε, όταν μεγαλώναμε, σπουδαίοι
και τρομεροί ήρωες. Ταρζάν, Ρομπέν των
Δασών, εξερευνητές, κυνηγοί αγρίων
θηρίων, αεροπόροι και τέτοια. Κανενός
δεν του περνούσε από το μυαλό ότι θα
βρισκόταν μια μέρα φυλακισμένος σʼ ένα
γραφείο ή σʼ εργοστάσιο.
Κι όλοι φυσικά θα
παντρευόμασταν το ωραιότερο κορίτσι
στον κόσμο. Από έρωτα και μόνο, να ʻμαστε
ξηγημένοι. Κι ας μην είχε δεύτερο φόρεμα
να φορέσει. Κανείς δεν σκεφτόταν τον
γάμο σαν μέσον οικονομικής αποκατάστασης
ή από προξενιό.
Διαβάζαμε πολύ.
Όχι του σχολείου, ποτέ. Αυτά τα ξεπετούσαμε
όπως-όπως (μετά βδελυγμίας, ίσως γιατί
ενστικτωδώς αντιλαμβανόμασταν πως
σκοπό είχαν να μας στραβώσουν κι ότι
έτσι κι αλλιώς θα μας ήταν άχρηστα). Αυτό
που μας ενδιέφερε ήταν τα εβδομαδιαία
περιοδικάκια που συλλήβδην ονομάζαμε
«Μικρούς Ήρωες» –από το πλέον δημοφιλές
ανάμεσά τους, τον «Μικρό Ήρωα» του
Ανεμοδουρά– όπως ο Γκαούρ-Ταρζάν, ο
Υπεράνθρωπος, ο Τάργκα κι άλλα τέτοια
που ανταλλάσσαμε μεταξύ μας. Μαζί μʼ
αυτά ξεκοκαλίζαμε κι ότι περιπετειώδες
βιβλίο μας έπεφτε στα χέρια.
Αυτά κι ο κινηματογράφος
ήταν η δική μας πολυτέλεια.
Ζούσαμε σʼ έναν κόσμο
που ακροβατούσε ανάμεσα στο όνειρο και
την πραγματικότητα. Και νομίζαμε πως
κι όταν θα μεγαλώναμε έτσι θα ήταν. Δεν
ήμασταν καθόλου έτοιμοι γιʼ αυτό που
μας περίμενε. Αν ξέραμε, αν έστω το
υποπτευόμασταν, δεν θα θέλαμε να
μεγαλώσουμε ποτέ.
Ναι, ήταν καλά.
-------------------------
Το τέταρτο βιβλίο της σειράς "Οι Θρύλοι της Γειτονιάς".
UPDATED 16 Νοεμβρίου 2019: ως προς τις διορθώσεις του κειμένου, το σχήμα και την εικονογράφηση.