Ο μεγάλος καημός και το κόμπλεξ του Νεοέλληνα, από τα μέσα του 19ου αιώνα κιόλας ήταν να λογιστεί Ευρωπαίος, ισότιμος και ισάξιος με όλους εκείνους τους θαυμαστούς και πεπολιτισμένους κατοίκους των λαμπερών –και λιγότερο λαμπερών– χωρών της μυθικής Δύσης. Όπου όλα είναι αλλιώς, σαφέστατα πιο εκλεπτυσμένα και –κυρίως– απείρως πιο ελεύθερα. Είναι λίγο όπως το όνειρο των παιδιών να γίνουν αστροναύτες κι εξερευνητές πριν πειστούν (ή αναγκαστούν) να γίνουν λογιστές.
Στο βάθος ξέρουμε πολύ καλά πως, αντίθετα με τις διαβεβαιώσεις των εκλεγμένων (από δική μας βλακεία) ταγών μας, ότι «ανήκομεν εις την Δύσιν», στην πραγματικότητα είμαστε Ανατολίτες και με τη βούλα. Κι όχι «στο βάθος»... σε όλα μας! Είναι κάτι που βιώνουμε καθημερινά, το ξέρουμε και το νιώθουμε, αλλά... δεν μας αρέσει. Το «ούνα φάτσα, ούνα ράτσα», που σκαρώσαμε, παραπέμπει στους εκ δυσμών γείτονες κι όχι στους άλλους, εξ ανατολών, που θα ταίριαζε απείρως περισσότερο. Την Ανατολή την κουβαλάμε μέσα μας, τη Δύση απλά τη ζηλεύουμε.
Οι ιστορίες που ακολουθούν διαδραματίζονται λοιπόν στην καθ’ ημάς Ανατολή, από τη μια ή την άλλη όχθη του Αιγαίου, και καλύπτουν ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, που ο δυνάστης ήταν ξένος κι ετερόδοξος κι όχι γηγενής και ομόδοξος –και στις δυο περιπτώσεις βέβαια ο δουλοπάροικος παραμένει δουλοπάροικος κι ο αφέντης αφέντης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου